Η καταγγέλλουσα θέλει να μείνει ανώνυμη, αλλά μας παραθέτει την σελίδα της στο instagram adynamia_mou.
Τον συγκεκριμένο άνθρωπο τον ξέρω αρκετά χρόνια. Δεν ήταν άγνωστος για εμένα, δεν ήταν κάτι το περίεργο, εννοώ πως ο άνθρωπος αυτός δεν μου είχε προκαλέσει κάτι το ιδιαίτερο μέχρι τότε.
Εκείνη την μέρα καθόμουν λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι μου, σε ένα μικρό τείχος παίζοντας με το τάμπλετ μου, ψάχνοντας κάτι τραγούδια αξέχαστα. Έκτη δημοτικού πήγαινα, χαραγμένη στην μνήμη μου είναι η ημέρα Παρασκευή, είχα γυρίσει από το σχολείο και είπα στην μητέρα μου, που ετοιμαζόταν να πάει στην δουλειά, πως θα πάω να κάτσω στο συγκεκριμένο σημείο. Εκείνη μου είπε να μην αργήσω, γιατί θα έφευγε σύντομα. Εγώ καθόμουν εκεί ήρεμη, όταν εμφανίστηκε.
Με χαιρέτησε καθώς ακόμη καθόταν στο μαύρο του μηχανάκι. Τον χαιρέτησα πίσω και άρχισε τότε να ρωτάει πράγματα του τύπου: “Τι τάξη πας;” και “πως πάει το σχολείο;”. Εγώ απαντούσα, εννοείται, αλλά δεν είχα δει ή προσέξει κάτι περίεργο επάνω του ή στην συμπεριφορά του. Τότε κατέβηκε από το μηχανάκι πήδηξε επάνω στο μικρό τειχάκι και έκατσε δίπλα μου.
Εγώ γενικά σαν άνθρωπος δεν μου αρέσει κάποιος να κάθεται πολύ κοντά μου και έτσι απομακρύνθηκα διακριτικά. Εκείνος καθόταν στο κινητό. Εγώ άρχισα να νιώθω περίεργα και ήθελα να φύγω. Τότε γύρισε και μου έδειξε το τηλέφωνό του, παρακολουθούσε βίντεο με ερωτικές σκηνές.
Εγώ σάστισα
Με κοίταξε και μου είπε: “θες να δεις;” Εγώ σοκαρισμένη του απάντησα πως δεν θέλω. Με ρώτησε γιατί; και αυτομάτως απάντησα, γιατί έτσι. Η μητέρα μου με φώναξε και την άκουσα, της είπα πως έρχομαι και σηκώθηκα και άρχισα να απομακρύνομαι από κοντά του, όμως κάτι είχε πάθει η συσκευή μου και για να το φτιάξω σταμάτησα λίγο πιο μακριά του. Η μητέρα μου με ξανά φώναξε και της είπα ότι έρχομαι.
Τότε συνέβη. Μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου είχα βρεθεί κολλημένη στον τοίχο με έναν άνδρα να με κοιτάει περίεργα. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα για να φύγω. Είχα μείνει στήλη άλατος. Ήταν αρκετά ψηλότερος μου και έτσι όπως με είχε στριμώξει στον τοίχο δεν ήξερα τι να πρωτοσκεφτώ. Του είπα “τι κάνεις;”, είχε σχεδόν κολλήσει επάνω μου. Άρχισε να με κοιτάει γεμάτος υπονοούμενα, έλεγε κάποια αισχρά λόγια τα οποία δεν θυμάμαι, μόνο μια λέξη μου έμεινε από όσα έβγαζε από το στόμα του. Τον ρώτησα ξανά τι κάνεις; και προσπαθούσα να φύγω. Μου είπε “σε θέλω”.
Μετά δεν θυμάμαι τι μεσολάβησε, το μόνο που ξέρω ήταν πως η μητέρα μου εμφανίστηκε γιατί έπρεπε να φύγει, και εκείνος έφυγε από πάνω μου και έκατσε στο μηχανάκι του. Αν δεν είχε εμφανιστεί η μητέρα μου δεν ξέρω τι μπορεί να είχε συμβεί. Εκείνος ήταν 21 και εγώ 12.
Πλέον, είμαι 17 και προσπαθώ ακόμη και σήμερα να μένω ψύχραιμη όταν τον συναντάω στο δρόμο, αλλά δεν είμαι αυτή που ήμουν. Ακόμη και να προσπαθήσει, δεν θα του επιτρέψω το οτιδήποτε να κάνει επάνω μου.
Μίλησα δύο μέρες μετά το περιστατικό στην οικογένεια μου που αμέσως μετά τον βρήκε. Δεν τον κατήγγειλα, οι γονείς μου δεν ήθελαν να με ταλαιπωρήσουν ψυχικά. Όταν εμφανίστηκε στο σπίτι μας, γιατί ο πατέρας μου ήθελε εξηγήσεις είχε το θράσος να με βγάλει τρελή. Ο πατέρας του, του φώναζε λέγοντας πως πρέπει να το παραδεχτεί αφού το έκανε. Όση ώρα γινόταν το σκηνικό εγώ ήμουν κλειδωμένη σε ένα δωμάτιο κλαίγοντας. Όταν γύρισε λίγο αργότερα, χωρίς τον πατέρα του παραδέχτηκε τα πάντα.
Θυμάμαι τον πατέρα μου να λέει: “μην ζητάς συγγνώμη από εμάς, αλλά από το παιδί μου για ότι του έκανες”.. χαίρομαι που πλέον μπορώ να πάω παρακάτω χωρίς να φοβάμαι..
Το μήνυμα που θέλω να περάσω
“Μπορείτε να καταφέρετε ξανά να χαμογελάσετε, αρκεί να μην αφήσετε ανθρώπους σαν αυτούς να σας ρημάξουν ψυχολογικά. Όσο δύσκολο και αν είναι, έχετε την δύναμη να σταθείτε ξανά στα πόδια σας και να πιστέψετε ξανά ότι όλα θα πάνε καλά”