ΥΠΟΓΡΑΦΕΙ Η Mαρία Ζωγράφου
Το επάγγελμα του δημοσιογράφου είναι εκ προοιμίου επικίνδυνο, ειδικά αν ασχολείται με θέματα που αφορούν την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την πολιτική και οικονομική διαφθορά, το οργανωμένο έγκλημα.
Ένας δημοσιογράφος έχει ως στόχο να συγκεντρώνει ειδήσεις και πληροφορίες και να τις μεταδίδει με αντικειμενικό, ψύχραιμο και αμερόληπτο τρόπο και σε κάποιες περιπτώσεις, να αποκαλύπτει σκάνδαλα. Όμως, πολλές φορές η τήρηση του κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας είναι η αφορμή, ώστε να δολοφονηθεί από ανθρώπους που θέλουν να προστατέψουν το τομάρι τους.
Το Μεξικό και το Αφγανιστάν είναι οι δύο πιο επικίνδυνες χώρες για τον Τύπο και τους δημοσιογράφους. Στο Μεξικό οι δημοσιογράφοι εργάζονται μέσα σε ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο σύστημα εγκληματικών συμμοριών, με τη διακίνηση ναρκωτικών και την κρατική διαφθορά να κυριαρχούν. Στην Ονδούρα η βία και οι απειλές κατά των μέσων ενημέρωσης από το οργανωμένο έγκλημα δημιουργούν ένα κλίμα έντονου φόβου και λογοκρισίας, ενώ στα Μπαρμπάντος καταγράφηκε η πρώτη δολοφονία δημοσιογράφου.
Πως αντιμετωπίζονται οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα
Μπορεί στην Ελλάδα, η ελευθερία της έκφρασης των δημοσιογράφων να τιμωρείται κυρίως με μηνύσεις και απολύσεις, ωστόσο υπάρχουν ακραία φαινόμενα όπως οι δολοφονίες (αν και συμβαίνουν σπάνια), με πιο πολυσυζητημένες την πρόσφατη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ στις 9 Απριλίου και του Σωκράτη Γκιόλια, στις 19 Ιουλίου 2010. Ο τρόπος δολοφονίας και των δύο φαίνεται να μοιάζει αρκετά.
Και οι δύο δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ έξω από το σπίτι τους. Ο Γιώργος Καραϊβάζ δέχτηκε 17 σφαίρες, με τις 10 να χτυπάνε το σώμα του, ενώ ο Σωκράτης Γκιόλιας πυροβολήθηκε 13 φορές από μικρή απόσταση και δέχτηκε και τις 13. Την ευθύνη για τη δολοφονία του δεύτερου, την ανέλαβε η τρομοκρατική οργάνωση Σέχτα Επαναστατών, ενώ έως σήμερα οι δράστες της επίθεσης παραμένουν ασύλληπτοι.
Αριθμός δολοφονιών τα τελευταία χρόνια
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, σχεδόν 1.000 δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν επειδή έκαναν τη δουλειά τους και τα εγκλήματα αυτά παραμένουν σχεδόν πάντα ατιμώρητα. Σε πολλές από τις περιπτώσεις αυτές, δε γίνονται πραγματικά έρευνες και οι ένοχοι δεν υποχρεώνονται ποτέ να δώσουν λόγο για τις πράξεις τους. Επιπλέον, το χέρι των δολοφόνων είναι πιθανότατα φορείς οργανωμένου εγκλήματος, που δεν έχουν καμία σχέση με πολιτικές δυνάμεις.
Το 2017, μπορεί να χαρακτηριστεί ως η χρονιά “σταθμός”, διότι από τότε, ο αριθμός των δολοφονημένων δημοσιογράφων μεγαλώνει με τρομακτικούς ρυθμούς. Εκείνη τη χρονιά, μια ΜΚΟ είχε καταγράψει 65 θανάτους ερασιτεχνών και επαγγελματιών δημοσιογράφων που προσπάθησαν να τελέσουν το καθήκον τους να ενημερώσουν τους πολίτες. Στην Ευρώπη, υπήρξαν εννέα νεκροί δημοσιογράφοι και οι επτά από αυτούς, διερευνούσαν σκάνδαλα διαφθοράς και κατάχρησης δημοσίου χρήματος και βρέθηκαν νεκροί με τρόπους που φέρνουν στο νου ενέργειες οργανωμένου εγκλήματος.
Από την 1η Ιανουαρίου έως το τέλος Οκτωβρίου 2018, η UNESCO κατέγραψε τον φόνο 86 δημοσιογράφων. Αν και ειδικοί απεσταλμένοι σκοτώνονται μερικές φορές σε πεδία πολέμου, τα θύματα των οποίων ο αριθμός είναι μακράν ο μεγαλύτερος είναι οι ντόπιοι δημοσιογράφοι που διεξάγουν έρευνες για τη διαφθορά, την εγκληματικότητα και την πολιτική.
Το 2019, 49 δημοσιογράφοι δολοφονήθηκαν σε διεθνές επίπεδο, αριθμός αισθητά μειωμένος σε σύγκριση με το 2018. Αυτό οφειλόταν κυρίως στο ότι λιγότεροι δημοσιογράφοι πήγαν σε εμπόλεμες ζώνες, σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα.
Το 2020, δολοφονήθηκαν 50 δημοσιογράφοι, εκ των οποίων σχεδόν οι επτά στους δέκα σε χώρες όπου επικρατεί ειρήνη κι όχι σε εμπόλεμες ζώνες και αυτό οφείλεται εξαιτίας της πανδημίας
Φυλακίσεις
Ο αριθμός των δημοσιογράφων που κρατούνται σε διεθνές επίπεδο βρίσκεται επίσης σε άνοδο φθάνοντας το 2018 τους 348, έναντι 326 το 2017, αύξηση που αφορά κυρίως μη επαγγελματίες δημοσιογράφους
Τη 1η Δεκεμβρίου 2020, η Επιτροπή Προστασία Δημοσιογράφων κατέγραψε 274 φυλακισμένους δημοσιογράφους. Η Κίνα κατέχει την πρωτιά, με 47 δημοσιογράφους να κρατούνται στις φυλακές για μεγάλο χρονικό διάστημα ή να έχουν φυλακισθεί με αδιευκρίνιστες κατηγορίες. Οι αρχές της Κίνας δε δίστασαν να φυλακίσουν και δημοσιογράφους, που αμφισβήτησαν το χειρισμό της κυβέρνησης στα πλαίσια της κρίσης του Covid – 19 .
Στη δεύτερη θέση έρχεται η Τουρκία, η οποία μπορεί να έχει μειώσει τις φυλακίσεις σε σχέση με το 2016, αλλά συνεχίζει να αποφυλακίζει δημοσιογράφους υπό όρους και να τους συλλαμβάνει μαζί με τους δικηγόρους τους. Η Αίγυπτος και η Σαουδική Αραβία κατέχουν την τρίτη θέση παγκοσμίως στη φυλάκιση δημοσιογράφων, ακόμη και αν δεν υπάρχουν κατηγορίες.
Όλα αυτά τα νούμερα αποδεικνύουν, πως όταν ένας δημοσιογράφος δεν υπηρετεί τα θέλω, είτε της εκάστοτε κυβέρνησης, είτε άλλων μεγάλων δυνάμεων, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να το πληρώσει με τη ζωή του.