Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
Αρχική Ψυχαγωγία To μητρικό γάλα

To μητρικό γάλα

Υπογραφει ο Ελσον Ζγκούρη

Όταν ήμουν έξι μηνών, η μητέρα μου έπρεπε να κάνει μια σοβαρή εγχείρηση και να νοσηλευτεί για ένα εύλογο διάστημα.

Δεδομένης της κατάστασης δεν μπορούσε να με πάρει μαζί της. Έτσι με άφησε στο σπίτι με τη γιαγιά μου η οποία σταμάτησε τη δουλειά της για όσο διάστημα η μαμά μου νοσηλευόταν. Σύμφωνα με τη γιαγιά μου, μου είχε στοιχίσει πολύ ο αποχωρισμός από τη μητρική αγκαλιά και το μητρικό γάλα.

Τις πρώτες μέρες δεν έπινα σχεδόν καθόλου, όποιο γάλα και αν μου έδιναν. Περνώντας οι μέρες άρχισα να ενδίδω λίγο στο κατσικίσιο γάλα.

Μια ηλιόλουστη μέρα του Δεκέμβρη περνούσε από τη γειτονιά μας μια ομάδα Τσιγγάνων οι οποίοι εμπορεύονταν κυρίως χαλιά, σεντόνια, παπλώματα κτλ. Η γιαγιά μου θέλησε να πάρει ένα πάπλωμα, δώρο για όταν επιστρέψει απ’ το νοσοκομείο, στη μαμά μου. Βγήκε στο δρόμο μαζί με τις υπόλοιπες γυναίκες της γειτονιάς, ρίχνοντας μια ματιά στην πραμάτεια των Τσιγγάνων. Σε μια γωνιά, κάθισε μια νεαρή Τσιγγάνα, πολύ όμορφη, αδύνατη και ψηλή.

Η γιαγιά μου της είπε πως έμοιαζε πολύ με τη μητέρα μου, καθώς είχε μια ελιά στο ίδιο σημείο με εκείνη, λίγο πάνω από τα χείλη. Το κοριτσάκι της ήταν και αυτό έξι μηνών, όσο κι εγώ.

Στα μέρη μας η παράδοση θέλει κάθε μωρό να θηλάζει τουλάχιστον μια φορά από βυζί Τσιγγάνας, έστω μια γουλιά. Αυτό θα του δώσει υγεία και τύχη στη ζωή του καθώς οι Τσιγγάνες μεγαλώνουν μωρά με έναν ξεχωριστό δικό τους τρόπο και τα μωρά τους είναι πάντα γερά.

Σύμφωνα με τη γιαγιά μου, αλλά και μαρτυρίες άλλων γυναικών της γειτονιάς, τα μάτια μου πετάχτηκαν προς τα έξω όταν αντιλήφθηκα την ύπαρξη βυζιού. Βυζιού που σε ταΐζει γάλα! Άρχισα να κλαίω και να κοπανιέμαι σαν ψάρι έξω από το νερό. Το πρόσωπό μου άλλαξε πολλά χρώματα καθώς το κλάμα συνεχιζόταν.

Το μήνυμα που ήθελα να στείλω ήταν πλέον ξεκάθαρο. Δίχως να το σκεφτεί πολύ η γιαγιά μου, ζήτησε από την όμορφη Τσιγγάνα το ένα της βυζί. Στα ίσια. Αρχικά της εξήγησε για την τοπική παράδοση και εν συνεχεία της είπε μάλιστα πως διατίθεται να αφήσει το πάπλωμα που μόλις πλήρωσε σε αντάλλαγμα για το γάλα της. Ήξερε ότι μόνο έτσι θα ηρεμούσα.

Κάνα δυο από τις υπόλοιπες γυναίκες που είχαν μαζευτεί άρχισαν να μουρμουράνε διάφορα. Δεν ήταν και οι πιο ένθερμες υποστηρίκτριες της φήμης για τον θηλασμό από Τσιγγάνα. Της είπαν ότι αυτό που πάει να κάνει είναι μια τρέλα, πως δεν την ξέρει, κανείς δεν ξέρει τι αρρώστιες μπορεί να κουβαλάει μια Τσιγγάνα και άλλες παρόμοιες κουβέντες.

Ούσα τσαμπουκάς η γιαγιά μου τις έστειλε επί τόπου όλες στο διάολο, χρησιμοποιώντας μια τούρκικη φράση και, σε συνδυασμό με το βλέμμα της, όλες οι εκείνες «καρακάξες» το βούλωσαν εν τέλει. Κανένας από το καραβάνι δε σχολίασε κάτι για το συμβάν που εξελισσόταν μπροστά στα μάτια τους, αν και είχαν ακούσει τα προσβλητικά σχόλια.

Η νεαρή Τσιγγάνα έκανε χώρο και για μένα, όπως καθόταν πάνω σε μια μεγάλη πέτρα ώστε να είναι πιο άνετη. Έπιασα αμέσως δουλειά. Κρατούσα το αριστερό βυζί της Τσιγγάνας με τα δύο μου χέρια και άρχισα να θηλάζω με λαιμαργία. Παλιά μου τέχνη κόσκινο. Πνίγηκα κάμποσες φορές μέχρι να χορτάσω. Ίσως, από τότε μου κόλλησε το να τρώω πάντα τόσο γρήγορα, σαν να μην υπάρχει αύριο. Το μωρό της Τσιγγάνας θήλαζε κι εκείνο μαζί με μένα.

Η γιαγιά μου δε σταμάτησε να επευφημεί και να ευχαριστεί τη νεαρά μητέρα. Οι «καρακάξες» από την άλλη, είχαν μείνει με το στόμα ανοιχτό προσπαθώντας μάταια να μουρμουρίσουν κάτι επιπλέον. Το βλέμμα της γιαγιάς μου τις απέτρεπε κι έτσι απλά το βούλωσαν!

Ο άντρας της Τσιγγάνας τύλιξε το πάπλωμα και το έδωσε στη γιαγιά μου λέγοντας της πως, όσο καλοί έμποροι και να είναι δε θα μπορούσαν ποτέ να πουλήσουν μητρικό γάλα.

Η γιαγιά μου, αφού φίλησε και αγκάλιασε το ζευγάρι, γύρισε προς τις «καρακάξες» και τους έδωσε μια ωραία μούντζα την οποία, είμαι βέβαιος, θυμούνται ακόμα.

Δίχως να ξέρω την ιστορία, πάντα έτρεφα μια ιδιαίτερη συμπάθεια για τους Τσιγγάνους και ιδιαίτερα για τις Τσιγγάνες. Εκείνη η ηλιόλουστη μέρα του Δεκέμβρη ήταν η τελευταία φορά που θήλασα και η πιο νόστιμη.

Η συμβουλή της γιαγιάς μου είναι πάντα να ρίχνω μια μεγάλη μούντζα σε κάθε λογής «καρακάξα», η οποία βλέπει βρωμιά στους ανθρώπους λόγω καταγωγής, χρώματος ή θρησκείας.

Τώρα που μεγάλωσα αρκετά και υπήρξα ανέκαθεν ένα υγιές παιδάκι, επιβεβαιώνοντας και την τοπική παράδοση, μπορώ να ρίξω κι εγώ με τη σειρά μια μούντζα σε κάθε «καρακάξα» αυτού του ντουνιά.

ΓΡΑΨΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ τοποθετήστε το σχόλιό σας!
Παρακαλώ τοποθετήστε το όνομά σας εδώ

Most Recent

Most Popular

Recent Comments